
Είναι ασφαλή και αποτελεσματικά τα φάρμακα που έχουν λήξει;
Πολλοί ασθενείς έχουν φάρμακα που πλησιάζουν ή έχουν περάσει τις ημερομηνίες λήξης τους και αναρωτιούνται αν πρέπει να τα πετάξουν ή όχι. Αυτό είναι συνηθισμένο για τα περιστασιακά χορηγούμενα και για τα ακριβά φάρμακα.
Τα περισσότερα δεδομένα για τα ληγμένα φάρμακα προέρχονται από μια μελέτη της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ κατόπιν αιτήματος του στρατού. Ο στρατός -διαθέτοντας τεράστιο και ακριβό απόθεμα φαρμάκων- αναγκαζόταν να πετάει και να αντικαθιστά τα φάρμακα κάθε λίγα χρόνια. Οι ερευνητές βρήκαν ότι το 90% των φαρμάκων, τόσο συνταγογραφούμενων όσο και μη, ήταν κατάλληλα ακόμη και 15 χρόνια μετά την ημερομηνία λήξης. Μία άλλη μελέτη της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ που ξεκίνησε το 1985 και επεκτάθηκε σε άλλες στρατιωτικές υπηρεσίες στη δεκαετία του 1990, υπό την επίβλεψη της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα φάρμακα παρέμεναν κατάλληλα σχεδόν τρία χρόνια μετά την ημερομηνία λήξης τους.
Άρα, σύμφωνα με τις έρευνες, η ημερομηνία λήξης δεν δηλώνει ένα σημείο στο οποίο το φάρμακο δεν είναι πλέον αποτελεσματικό ή έχει καταστεί μη ασφαλές. Εξαιρουμένης της τετρακυκλίνης, της νιτρογλυκερίνης, της ινσουλίνης και των υγρών αντιβιοτικών, τα περισσότερα φάρμακα παραμένουν δραστικά.
Η φαρμακοβιομηχανία υποχρεούται να αναγράφει ημερομηνία λήξης στα προϊόντα της. Είναι η ημερομηνία μέχρι την οποία ο κατασκευαστής εγγυάται την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του φαρμάκου. Οι ιατρικές αρχές αναφέρουν ότι τα ληγμένα φάρμακα είναι ασφαλή, ακόμη και χρόνια μετά. Είναι αλήθεια ότι η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, αλλά μεγάλο μέρος της αρχικής δραστικότητας παραμένει ακόμα και μια δεκαετία μετά την ημερομηνία λήξης.
Οι στερεές μορφές, όπως τα δισκία και οι κάψουλες, είναι πιο πιθανό να παραμείνουν δραστικές μετά την ημερομηνία λήξης. Φάρμακα σε μορφή διαλύματος ή ως ανασυσταμένο εναιώρημα που απαιτούν ψύξη (όπως το εναιώρημα αμοξυκιλλίνης), ενδέχεται να μην έχουν την απαιτούμενη δραστικότητα μετά την λήξη. Η απώλεια δραστικότητος είναι σοβαρό πρόβλημα, ειδικά όταν αντιμετωπίζουμε λοιμώξεις. Τα φάρμακα σε μορφή διαλύματος, ειδικά τα ενέσιμα, θα πρέπει να απορρίπτονται εάν το προϊόν σχηματίζει ίζημα ή φαίνεται θολό και αποχρωματισμένο.
Από την άλλη μεριά, το βρετανικό NHS προειδοποιεί τον πληθυσμό να μην χρησιμοποιεί ληγμένα φάρμακα, χωρίς εξαιρέσεις. Στον ιστότοπό του αναφέρεται ότι «η ημερομηνία λήξης σημαίνει ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιείται το φάρμακο μετά το τέλος του αναγραφόμενου μήνα». Ομοίως, η FDA των ΗΠΑ προειδοποιεί τους καταναλωτές να μην χρησιμοποιούν φάρμακα που έχουν λήξει, παρά τη δική τους έρευνα για το αντίθετο. Ο ιστότοπός τους λέει ότι «η λήψη ληγμένων φαρμάκων εγκυμονεί κινδύνους» και «αφού παρέλθει η ημερομηνία λήξης δεν υπάρχει εγγύηση ότι το φάρμακο θα είναι ασφαλές και αποτελεσματικό». «Εάν το φάρμακο έχει λήξει, μην το χρησιμοποιήσετε». Για νομικούς κυρίως λόγους, δεν αναφέρουν ότι ορισμένα φάρμακα είναι ασφαλή και μπορούν να χρησιμοποιηθούν.
Η έρευνα βέβαια αναφέρει ότι για να διασφαλιστεί η μακροχρόνια δραστικότητα, τα φάρμακα πρέπει να φυλάσσονται σε δροσερό και ξηρό μέρος, όπως ψυγείο, και όχι σε κοινά ντουλάπια. Αυτό είναι μείζονος σημασίας ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι το 80% του πληθυσμού συχνά αποθηκεύει φάρμακα σε ντουλάπια σε υγρά και ζεστά μπάνια. Ορισμένα από του στόματος σκευάσματα μπορούν να αποθηκευτούν σε ράφι, αλλά θα πρέπει να βρίσκονται σε σφραγισμένο δοχείο και σε ξηρό χώρο. Όλα τα φάρμακα διασπώνται εάν φυλάσσονται σε υγρό περιβάλλον. Οι κατασκηνωτές ή όσοι παίρνουν φάρμακα σε πεζοπορίες ή αθλητικές εκδηλώσεις σε εξωτερικούς χώρους, πρέπει να τα διατηρούν σε αδιάβροχα δοχεία.
Συνοπτικά αυτό που καλό είναι να θυμόμαστε είναι πως το 90% των φαρμάκων διατηρούν την ισχύ τους για χρόνια, αν όχι δεκαετίες μετά την ημερομηνία λήξης τους, ότι οι τετρακυκλίνες διασπώνται σε τοξικά παράγωγα και ότι ληγμένα υγρά σκευάσματα, οι ινσουλίνες, η νιτρογλυκερίνη, τα epi-pens και η ασπιρίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται.
Διάβασε ακόμα:
Αντιμετωπίζοντας το «Hangover», όταν έχεις να ξυπνήσεις για τη δουλειά