
H μόλυνση της ατμόσφαιρας αυξάνει τον κίνδυνο κατάθλιψης και άγχους
Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, ο κίνδυνος κατάθλιψης και άγχους είναι αυξημένος για τους ανθρώπους που ζουν σε περιοχές με υψηλή ρύπανση, σε σύγκριση με εκείνους που ζουν σε περιοχές με καθαρότερο αέρα. Οι άνθρωποι που εκτέθηκαν σε υψηλότερες ποσότητες πολλαπλών ατμοσφαιρικών ρύπων για μεγάλο χρονικό διάστημα -συμπεριλαμβανομένης της σωματιδιακής ρύπανσης, του διοξειδίου του αζώτου και των οξειδίων του αζώτου- παρουσίασαν έντονη αγχώδη και καταθλιπτική συμπτωματολογία.
Η σωματιδιακή ρύπανση είναι το μείγμα στερεών και υγρών σταγονιδίων που αιωρούνται στον αέρα με τη μορφή βρωμιάς, σκόνης, αιθάλης ή καπνού. Κυρίως προκαλείται από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής άνθρακα και φυσικού αερίου, όπως και από τα αυτοκίνητα, τη γεωργία, τους χωματόδρομους, τα εργοτάξια και τις πυρκαγιές. Η ρύπανση από το διοξείδιο του αζώτου συνδέεται με τα υποπροϊόντα καύσης που σχετίζονται με την κυκλοφορία καθώς και από την καύση πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου.
Το μικρότερο σωματίδιο που περιλαμβάνεται στη νέα μελέτη, τα PM2.5, είναι τόσο μικροσκοπικό -1/20 του πλάτους μιας ανθρώπινης τρίχας- που μπορεί να διεισδύσει μέσα από τις συνήθεις άμυνες του οργανισμού. Αντί να αποβάλλεται κατά την εκπνοή, μπορεί να προσκολληθεί στους πνεύμονες ή να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος προκαλώντας ερεθισμό και φλεγμονή και συνεπώς αναπνευστικά προβλήματα. Η μακροπρόθεσμη έκθεση μπορεί να προκαλέσει καρκίνο, εγκεφαλικό ή καρδιακή προσβολή. Θα μπορούσε επίσης να επιδεινώσει το άσθμα και έχει από καιρό συσχετιστεί με υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης και άγχους.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές μελέτησαν τα αρχεία 389.185 ατόμων από τη βρετανική Biobank, μια μεγάλη βιοϊατρική βάση δεδομένων με μισό εκατομμύριο εθελοντές. Κατά την περίοδο της μελέτης, 13.131 διαγνώστηκαν με κατάθλιψη και 15.835 με άγχος. Όσοι ζούσαν σε περιοχές με υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο για κατάθλιψη και άγχος, ακόμη και όταν τα επίπεδα ρύπανσης ήταν κάτω από τα πρότυπα ποιότητας του αέρα του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο κίνδυνος άγχους που συνδέεται με τη ρύπανση από PM2.5 ήταν υψηλότερος στους άνδρες παρά στις γυναίκες. Η μελέτη δεν προσδιόρισε τον λόγο τηςσυσχέτισης, αλλά και άλλοι ερευνητές έχουν βρει ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να επηρεάσει το κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας φλεγμονή και καταστρέφοντας κύτταρα.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί επίσης να αναγκάσει το σώμα να απελευθερώσει επιβλαβείς ουσίες που επηρεάζουν δυσμενώς τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, δηλαδή το δίκτυο των αιμοφόρων αγγείων και των ιστών που προστατεύουν τον εγκέφαλο, προκαλώντας άγχος και κατάθλιψη.
Θα απαιτηθεί περισσότερη έρευνα για να κατανοηθεί πλήρως αυτή η συσχέτιση, επειδή η νευροβιοχημική βάση του άγχους και της κατάθλιψης δεν είναι πλήρως κατανοητή. Όταν υπάρχει ατμοσφαιρική ρύπανση παρατηρείται αύξηση στις εισαγωγές στα νοσοκομεία για αυτές τις διαταραχές. Οι ερευνητές έχουν επίσης βρει συσχέτιση με άλλες νευροεκφυλιστικές παθήσεις όπως η Αλτσχάιμερ και η Πάρκινσον. Η σχέση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και του εγκεφάλου είναι πλέον δεδομένη στη βιβλιογραφία.
Η νέα έρευνα δεν διαθέτει δεδομένα σχετικά με άλλους κοινούς ατμοσφαιρικούς ρύπους όπως το όζον, το μονοξείδιο του άνθρακα ή το διοξείδιο του θείου. Δεν είναι όλοι οι ατμοσφαιρικοί ρύποι ίδιοι. Μερικοί είναι τοξικότεροι από άλλους. Ελπίζουμε ότι η έρευνα θα αναγκάσει τους φορείς χάραξης δημόσιας πολιτικής να κάνουν ό,τι μπορούν για να μειωθεί η έκθεση στη ρύπανση. Σε μελλοντικές πολιτικές θα πρέπει να εφαρμοστούν αυστηρότερα πρότυπα και κανονισμοί για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Διάβασε ακόμα:
Είναι ασφαλή και αποτελεσματικά τα φάρμακα που έχουν λήξει;
Αντιμετωπίζοντας το «Hangover», όταν έχεις να ξυπνήσεις για τη δουλειά