
Η συνεχιζόμενη υστέρηση της Ελλάδας
Απογοητευτικές είναι οι συγκριτικές αναλύσεις για τη γενικότερη κατάσταση της Ελλάδας σε σύγκριση με άλλες αναπτυγμένες χώρες. Οι δείκτες βάσει των οποίων κρίνονται οι επιδόσεις της χώρας μας είναι δραματικοί. Ακόμα και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που ξεκίνησαν την ανασυγκρότησή τους τη δεκαετία του ’90 μας έχουν πλέον ξεπεράσει.
Η ελληνική Δημόσια Διοίκηση υστερεί τραγικά μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Η κατάταξη InCiSE (International Civil Service Effectiveness) που εκτιμά τις επιδόσεις της Δημόσιας Διοίκησης σε διαφορετικούς τομείς, συμπεριλαμβάνοντας και μετρήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, κατατάσσει το 2019 την Ελλάδα στην 37η θέση σε σύνολο 38 χωρών του ΟΟΣΑ.
Οι μετρήσεις για τη δικαιοσύνη είναι απογοητευτικές. Ο χρόνος που απαιτείται για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση σε πρώτο βαθμό στην Ελλάδα ήταν ο δεύτερος υψηλότερος στην Ε.Ε. το 2017.
Στην εκπαίδευση διαπιστώνεται παρόμοια κατάρρευση. Στο πρόγραμμα PIAAC (Programme for the International Assessment of Adult Competencies) του ΟΟΣΑ, που εξετάζει τις δεξιότητες ανάγνωσης, αρίθμησης και επίλυσης προβλημάτων σε άτομα ηλικίας 16-65 ετών, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 17η θέση ανάμεσα σε 19 κράτη της Ε.Ε., με επιδόσεις πολύ κάτω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ. Αντίστοιχα, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων του CEDEFOP, η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση με 17% (66% στην Ε.Ε.) ως προς την αντιστοίχιση δεξιοτήτων (skills matching), υστερεί σημαντικά τόσο ως προς την ενεργοποίηση των δεξιοτήτων (skills activation) με 45% (79% στην Ε.Ε.), όσο και ως προς την ανάπτυξη δεξιοτήτων (skills development) με 43% (76% στην Ε.Ε.), ενώ στη συνολική κατάταξη καταλαμβάνει την εξευτελιστική προτελευταία θέση.
Στον τομέα της υγείας η κατάσταση είναι επίσης ζοφερή. Σύμφωνα με την αξιολόγηση συστημάτων υγείας 35 χωρών από το Euro Health Consumer Index (EHCI), η Ελλάδα το 2018 υποχώρησε στην 29η θέση με 615 βαθμούς (άριστα οι 1.000 βαθμοί), ενώ το 2012 κατείχε την 22η θέση. Επίσης, οι έλληνες καλύπτουν τις υψηλότερες ιδιωτικές δαπάνες μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ (40% των συνολικών δαπανών υγείας).
Ακόμη, η Ελλάδα υστερεί σημαντικά σε θέματα χωροταξίας. Ο δείκτης Registering Property του Doing Business Report 2020 της Παγκόσμιας Τράπεζας κατατάσσει την Ελλάδα μόλις 156η μεταξύ 187 χωρών. Ο δείκτης εξετάζει τις διαδικασίες για την αγορά γης και την ποιότητα του συστήματος διαχείρισης της γης και καταγραφής δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ε.Ε. που ακόμη δεν διαθέτει Εθνικό Κτηματολόγιο για το σύνολο της επικράτειας!
H συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα παραμένει προκλητικά υψηλή ως ποσοστό του ΑΕΠ (16,5% έναντι 13,2% του μέσου όρου της Ευρωζώνης), παρά τις συνεχείς περικοπές από το 2010. Τραγικά επιβαρυντικό για τα δημόσια οικονομικά είναι και το πολύ υψηλό ποσοστό κρατικής επιχορήγησης για την κάλυψη συντάξεων ύψους 10,1% του ΑΕΠ το 2018, έναντι μόλις 3,1% στην Ε.Ε.
Η Ελλάδα κατατάσσεται 41η στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας και 57η στον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας, από τις 129 και 140 χώρες αντίστοιχα, με μόνο την Κροατία να είναι χειρότερη μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας οι άλλες πέντε χώρες της Ε.Ε. στη Νότια Ευρώπη βρίσκονται στις θέσεις 27-32.
Απαγορευτικό παραμένει επίσης στην Ελλάδα το κόστος ενέργειας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην Ελλάδα καταγράφεται η υψηλότερη μέση χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας της Ε.Ε. (63,9 €/MWh το 2019).
Η βιομηχανία της χώρας παραμένει υποβαθμισμένη και αναιμική. Την περίοδο 2008-2019 η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία της μεταποίησης ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 9,1% στην Ελλάδα, έναντι μέσου όρου 15,1% στην Ε.Ε. Σημαντική υστέρηση καταγράφεται και στο σύνολο των εργαζομένων στη μεταποίηση ως ποσοστό του συνόλου των εργαζομένων στην οικονομία. Την περίοδο 2008-2019 το ποσοστό αυτό ήταν 8,6% στην Ελλάδα, έναντι 15% στην Ε.Ε. Η εμφανής υστέρηση της Ελλάδας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως προς το μέγεθος του μεταποιητικού κλάδου αποτυπώνεται και στο ποσοστό των εξαγωγών. Οι ελληνικές εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων το 2019 ήταν μόλις 9,2% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος για εννέα ευρωπαϊκές χώρες πληθυσμιακά συγκρίσιμες με την Ελλάδα (Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Δανία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Πορτογαλία, Σουηδία και Τσεχία) ήταν 38,2%! Οι συνολικές εξαγωγές αποτελούν το 37,2% του ΑΕΠ της Ελλάδας έναντι 65,5% για τις εννέα αυτές χώρες!
Τα δεδομένα είναι αμείλικτα και πιεστικά. Πρέπει επιτέλους να αναληφθούν ευθύνες για την κατάντια της χώρας. Πρέπει επιτέλους να υπάρξουν εθνικές προτεραιότητες, στρατηγικές ανάπτυξης και ευρείες συναινέσεις για την πρόοδο της Ελλάδας στον 21ο αιώνα.